Η αισθητική
των comics έχει
αποτελέσει στο παρελθόν μεγάλο δέλεαρ
για σκηνοθέτες του θεάτρου, καθώς προσφέρεται
για δοκιμές πάνω σε θέματα ύφους και
αισθητικής, κυρίως στην όψη και την
υποκριτική έκφραση.
Αυτό θεωρούμε ότι ήταν και το πρωταρχικό
ερέθισμα για τους συντελεστές της
παράστασης Όλιβ,
ένας έρωτας παρολίγον κομικ-ός,
που συνέθεσαν και ανεβάσαν επί σκηνής
μία δική τους εκδοχή πάνω στην τύχη της
Όλιβ, της συντρόφου του Ποπάυ.
Παράλληλα
–και αυτονόητα, ως νέοι καλλιτέχνες–,
θέλησαν να καταγράψουν τους προβληματισμούς
τους γύρω από τον έρωτα και την καλλιτεχνική
δημιουργία. (O έρωτας δεν έπαψε ποτέ να
απασχολεί την τέχνη, ακόμη και σε οριακές,
κοινωνικά και πολιτικά, εποχές όπως η
σημερινή, όμως είναι θέμα μιας άλλης
συζήτησης το ότι η επιλογή αυτή δεν
–θεωρούμε ότι– συμβαίνει ερήμην της
κρίσης που βιώνουμε αλλά ακριβώς εξαιτίας
της: πρόκειται για μία στροφή προς τα
έσω, εκεί όπου ψάχνουμε τις σταθερές
βάσεις που θα μας στηρίξουν μέσα σε έναν
ετοιμόρροπο κόσμο.)
Στο
έργο (κολλάζ μονολογικών κυρίως
επεισοδίων) των Δημήτρη Τσεκούρα, Ζωής
Ξανθοπούλου και Αννίτας Καπουσίζη, η
Όλιβ αποκτάει σάρκα και οστά και μας
ανοίγει την ψυχή της.
Έρχεται στο επίκεντρο και μας κοινωνεί
τη δική της οπτική για την πολυκύμαντη
σχέση της με τον Ποπάυ, κλαίει, γελάει,
απογοητεύεται, θυμώνει, ξεσπάει, σαρκάζει,
αλλά κυρίως περιμένει και ελπίζει για
το happy end.
Οι
συγγραφείς επικεντρώνονται
κατά κύριο λόγο στις νευρώσεις που
αναπτύσσουν οι γυναίκες για τον έρωτα
και τις σχέσεις και η οπτική τους είναι
ξεκάθαρα κωμική. Αυτό
όμως που λείπει από
το εγχείρημά τους είναι μία
στέρεη δραματουργική τεχνική.
Το κείμενο αποδεικνύεται, ως επί το
πλείστον, αδύναμο. Έτσι, το θέμα του
έργου μένει μετέωρο και ποντάρει στο
«τυχαίο» της όποιας πρόσληψής του από
τους θεατές.
Αυτή
η δραματουργική αδυναμία καλύφθηκε
κατά το δυνατό από τη σκηνοθεσία
της Ζωής Ξανθοπούλου, που χρησιμοποίησε
κυρίως τον σαρκασμό, την υπονόμευση και
την υπερβολή. Η
σκηνοθετική πρόθεση, μαζί με την
ενεργητικότητα των ηθοποιών και τη
συμβολή της όψης, οδηγεί την παράσταση
στο στόχο του κωμικού και του κωμικού.
Ειδικά
για την όψη θα πρέπει να γίνει επαινετική
αναφορά: τα
κοστούμια, τα δισδιάστατα σκηνικά
αντικείμενα, οι χρωματικές αντιθέσεις
του σκηνικού (που
αποτελούνται από κατακόκκινα τελάρα
μπακάλικου γεμάτα με (πράσινο)
σπανάκι)υπηρετούν
τη ζητούμενη αισθητική ενός «ζωντανού»
comic,
μεταξύ απλότητας και παιχνιδιάρικης
διάθεσης.
Προς τον ίδιο στόχο προφανώς κινούνται η υπερβολή στην υποκριτική έκφραση, το κάποιο στυλιζάρισμα στις κινήσεις και η δομή της παράστασης: η αποσπασματικότητα της επεισοδιακής φόρμας του έργου και οι παρεμβολές παιχνιδιών και κουίζ τής προσδίδουν τη μορφή ενός περιοδικού με comics.
Επιπρόσθετα, τα δημοφιλή τραγούδια που δίνουν ηχηρό παρόν και η άμεση επικοινωνία με το κοινό, ειδικά στο κλείσιμο της παράστασης όπου γίνεται η σύνδεση με την σύγχρονη (θεατρική) πραγματικότητα, με τρόπο που ενισχύει το κωμικό αίσθημα, είναι όλα τους στοιχεία που στοχεύουν στη δημιουργία ενός pop(ular) θεάματος (όπως επιθυμεί να είναι ένα comic)!
Η παράσταση «Όλιβ, ένας έρωτας παρολίγον κομικ-ός» παρουσιάζεται στο Θέατρο Φούρνος, κάθε Τετάρτη και Πέμπτη έως 17 Ιανουαρίου 2013.
(Το κείμενο που διαβάσατε είναι της Τώνιας Καράογλου
και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ελculture.gr)
Οι
συντελεστές της παράστασης
Κείμενo: Δημήτρης
Τσεκούρας, Ζωή Ξανθοπούλου, Αννίτα
Καπουσίζη
Σκηνοθεσία: Ζωή
Ξανθοπούλου
Φωτισμοί: Σοφία
Αλεξιάδου
Σκηνικά-
Κοστούμια: Τίνα
Τζόκα
Κίνηση
– Χορογραφίες: Έλενα
Γεροδήμου
Φωτογραφίες: Σαλίνα
Καρπούζη
Σχεδιασμός
μουσικών θεμάτων: Σάκης
Βαργεμιτζίδης
Το
τραγούδι της παράστασης «Πού πάει ο
Ποπάυ», το ερμηνεύει ο Σταύρος
Δάλκος(μουσική: Σταύρος
Δάλκος,
στίχοι: Δημήτρης
Τσεκούρας)
Βοηθός
Σκηνοθέτη: Έφη
Χαστά
Παίζουν: Αννίτα
Καπουσίζη, Βασίλης Ζαϊφίδης
Φούρνος, Κέντρο για τον Ψηφιακό Πολιτισμό
Μαυρομιχάλη 168, Αθήνα (Εξάρχεια) τηλ 210-6460748, 6420451
Κάθε
Τετάρτη & Πέμπτη: 21.15
Είσοδος
8 - 12 ευρώ