Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

Τα παιδία δεν παίζει ή the game must go on...




-Πώς είναι έτσι η Πάτρα; λέει έκπληκτος ένας από τους μικρούς ήρωες του ντοκιμαντέρ “Τα παιδία δεν παίζει” κοιτώντας την πόλη του από ψηλά και είναι σα να μας κλέβει τη φράση από το στόμα.

Δεν έχει σημασία αν κατοικεί κανείς στην μητροπολιτική Αθήνα ή σε μια επαρχιακή μεγαλούπολη όπως η Πάτρα και το Ηράκλειο ή σε μια μικρότερου μεγέθους πόλη όπως η Κοζάνη και η Τρίπολη. Οι ελληνικές πόλεις αν όχι σε όλη τους την έκταση, σίγουρα στα μεγαλύτερα τμήματά τους είναι... Πώς να αποφύγει άραγε κανείς λέξεις και φράσεις κλισέ όπως “άναρχες”, “χαοτικές”, “υποβαθμισμένες”, “απάνθρωπες”, “μπετονένια τέρατα” , “σκουπιδοντενεκέδες ανθρώπων”, “συμπαγείς μάζες άμορφων κτισμάτων”, “ πόλεις χωρίς φυσιογνωμία” ;

Σε μια τέτοια πόλη, μια παρέα παιδιών προτιμά να τρέχει πίσω από μια μπάλα παρά να ξημεροβραδιάζεται μπροστά σε ένα κομπιούτερ “που θα τους κάψει το κεφάλι”. Αλλά η μπάλα βρίσκεται συχνά κάτω από ένα διερχόμενο αυτοκίνητο ή ολοκληρώνει την τροχιά της στα παράθυρα και στις πόρτες των γειτόνων με αποτέλεσμα βέβαια να τους εξαγριώνει. Ο χώρος που έχουν τα παιδιά για παιχνίδι δεν είναι παρά ο στενός δρόμος που “ούτε απορριμματοφόρο χωρά να περάσει” και η είσοδος μιας πολυκατοικίας- όσος τουλάχιστον απομένει ανάμεσα στα παρκαρισμένα οχήματα. Κι όταν βγαίνουν -κυριολεκτικά- τα μαχαίρια, τα παιδιά αρχίζουν να διεκδικούν το αυτονόητο, το κατοχυρωμένο από το 31ο άρθρο της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού της unicef. Το δικαίωμα στο ασφαλές παιχνίδι και στην ψυχαγωγία. Ένα χώρο στη γειτονιά τους όπου θα μπορούν να παίζουν, χωρίς να ενοχλούν και κυρίως χωρίς να κινδυνεύουν.



Ο μαραθώνιος της προσπάθειάς τους να αποκτήσουν ένα μικρό γήπεδο που τους κάνει να φτάσουν μέχρι το γραφείο του Δημάρχου της Πάτρας αποτελεί το θέμα του ντοκιμαντέρ που προβάλλεται από 25 Μαρτίου στους κινηματογράφους και υπογράφεται από δύο νέους σκηνοθέτες, τον Αργύρη Τσεπελίκα και την Άγγελη Ανδρικοπούλου.

Ένα ντοκιμαντέρ με ανέλπιστα γρήγορο ρυθμό, δεμένο σενάριο, τρυφερά γραφικά, αφοπλιστικό χιούμορ, ευφάνταστη μουσική που ακολουθεί και υπογραμμίζει διακριτικά τη δράση. Ένα ντοκιμαντέρ στιγμές- στιγμές οδυνηρά πικρό καθώς γίνεται καθρέφτης της πραγματικότητας και κυρίως σπαρταριστά αληθινό. Μια οργανική σύνθεση από αυθεντικές 'φέτες ζωής' που καταφέρνει να θίξει και να αναδείξει σε μικρότερο βαθμό βέβαια, πέρα από το βασικό του θέμα και άλλα σοβαρά ζητήματα, όπως η ποιότητα ζωής που προσφέρει η σύγχρονη ελληνική πόλη, η ανελέητη γραφειοκρατία που μόνο το παιδικό πείσμα, η αφέλεια και το πάθος μπορούν να ξεπεράσουν -με την σημαντική βοήθεια της κάμερας που τους ακολουθεί – οι ενδοοικογενειακές σχέσεις, η αγωγή των παιδιών, η κοινωνική ένταξη των μεταναστών. (Αξίζει σε αυτό το σημείο να επισημάνω την καταπληκτική σκηνή που ο βενιαμίν της παρέας παρακολουθεί έκπληκτος μια μικρή ομάδα μουσουλμάνων μεταναστών να προσεύχεται υπαίθρια.)



Το μεγάλο ατού του ντοκιμαντέρ είναι αυτά τα τέσσερα παιδιά. Ιδιαίτεροι αλλά διαφορετικοί χαρακτήρες στο δρόμο προς την εφηβεία τους, συνυπάρχουν στο παιχνίδι και στην διεκδίκηση. Φτάνουν στη ρήξη ύστερα από διαφωνίες κι έντονους καυγάδες για να ξανασμίξουν, αφού η φιλία τους τελικά αποδεικνύεται ισχυρή κι ικανή να ξεπεράσει τα εμπόδια . Η ευαίσθητη και οργανωτική Αλεξάνδρα (11 ετών), η εκρηκτική Χρύσα (13 ετών), ο ήρεμος Βλαντ ( 12 από την Ουκρανία) και το πειραχτήρι ο Χρήστος (9 ετών) διεκδικούν το δικαίωμά τους στο παιχνίδι, ακολουθώντας το δρόμο των μεγάλων με το τρόπο των παιδιών και φτάνουν μαζί μέχρι το αίσιο τέλος γιατί βέβαια the game must go on...



Σάββατο 27 Μαρτίου 2010

Ξύπνα Λάζαρε...


Τα δαχτυλάκια της λευκά κι επιδέξια, πετούσαν.

Καθόταν σοβαρή στη σκάλα της αυλής με απόλυτη συναίσθηση του καθήκοντος που είχε αναλάβει και δούλευε πυρετωδώς. Εμείς τριγύρω της κοιτάζαμε εκστατικοί. Τρυπούσε προσεκτικά ένα -ένα τα χαμομήλια με τη βελόνα στο σημείο του κάλυκα, ύστερα τα κατέβαζε απαλά μέχρι κάτω, στην άκρη της κλωστής χωρίς να χαλάσει τα πέταλα. Σιγά σιγά η μαγική της κίνηση έφτιαχνε μια ολόκληρη μακριά γιρλάντα με ζαλισμένα ανθάκια. Τότε την κρεμούσε στα κάγκελα, ονοματίζοντάς την. “Αυτή είναι του Γιώργου, του Αντώνη, της Μαρίνας...” Ύστερα έπιανε την επόμενη. Περνούσε καινούρια κλωστή, σάλιωνε την άκρη για τον κόμπο και άρχιζε το πέρασμα. Κι ύστερα άλλη κι άλλη...Μέχρι να έχουμε όλοι τη γιρλάντα μας.

Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι

τώρα η ώρα σου, τώρα κι ανθίζουν
τώρα λάλησαν τα χελιδόνια
τώρα ξύπνησαν πουλιά κι αηδόνια
Πού ήσουν Λάζαρε, πού ήσουν χαμένος;
-Ήμουν στους νεκρούς παραχωμένος.
Δο μ` σταλιά σταλιά νεράκι,
είν` το στόμα μου πικρό φαρμάκι.


Παρασκευή, πριν από το Σάββατο του Λαζάρου με το τελευταίο κουδούνι τρέχαμε με μια ανάσα σπίτι, αφήναμε σάκες και ύστερα ξεχυνόμασταν στον κάμπο, μαζί όλα τα παιδιά της γειτονιάς. Άμα το Πάσχα έπεφτε αργά και είχε προλάβει να ξυπνήσει η φύση βρίσκαμε λουλούδια- χαμομήλια κυρίως- και μαζεύαμε όσα μπορούσαμε περισσότερα. Άμα όμως έπεφτε νωρίς και δε βρίσκαμε αγριολούλουδα, στην απελπισία μας ξεπατώναμε κρυφά βιολέτες και πασχαλιές από τους κήπους. Ύστερα μαζευόμασταν στην αυλή της για να στολίσουμε τα καλαθάκια μας .


Ένα μικρό μικρούτσικο, μικρό και χαϊδεμένο,
μικρό το είχε η μάνα του, μικρό και ο μπαμπάς του
Το έλουζαν το χτένιζαν και στο σχολειό το στέλναν.


Κάθε παιδί είχε το δικό του για τη μέρα του Λαζάρου. Όλα ίδια, ξεχνιόταν για ένα χρόνο σε αποθήκες, υπόγεια, κελάρια για να βγουν εκείνη τη μέρα. Μόνο το μέγεθος άλλαζε συμβαδίζοντας με την ηλικία του παιδιού. Αν και μερικές φορές έβλεπες κάποιους μπόμπιρες με καλάθια μεγάλα που είχαν το μισό τους μπόι και δυσκολευόταν να κουβαλήσουν, ειδικά στο τέλος που ήταν γεμάτα.




Παιδί μ` να μάθεις γράμματα, να μάθεις αλφαβήτα.
Τα γράμματα είναι στο χαρτί κι ο νους σου στα παιχνίδια.
Ο δάσκαλος το καρτερεί με μια χρυσή βεργίτσα.
Βεργίτσα εδώ, βεργίτσα εκεί, βεργίτσα πάει στη βρύση.

Όλοι μας- αγόρια κορίτσια- θέλαμε να είναι όμορφα στολισμένα τα καλαθάκια μας για να βγούμε το πρωί του Σαββάτου να “πούμε το Λάζαρο”. Δύο -δυό ή και περισσότεροι, γυρίζαμε πρώτα στη δική μας γειτονιά κι ύστερα σε άλλες πιο μακρινές. Μας έδιναν κυρίως αυγά, ξερά σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, αλλά και χρήματα. Τις περισσότερες φορές στην επιστροφή τα καλάθια μας έσταζαν από τα αυγά που είχαν σπάσει σε μια αδέξια κίνηση ή μια ξαφνική τρεχάλα.

Οι κοτούλες σας αυγά γενούνε
οι φωλίτσες τους δεν τα χωρούνε
δώστε μας και εμάς να τα χαρούμε.


Ύστερα μοιράζαμε τα χρήματα- που εξανεμιζόταν την ίδια μέρα, πάντα σε παιχνίδια- και ατενίζαμε χαρούμενοι τις δύο βδομάδες διακοπών που ξανοίγονταν απέραντες μπροστά μας. Στο τέλος τους, την Δευτέρα μετά την Κυριακή του Θωμά, αν ξέραμε τότε από απολογισμούς, σίγουρα θα λέγαμε ότι η πιο όμορφη στιγμή των Πασχαλινών διακοπών ήταν το απόγευμα πριν από το Σάββατο του Λαζάρου, στην σκάλα. Όταν εκείνη με τα λευκά επιδέξια δαχτυλάκια της έφτιαχνε γιρλάντες με χαμομήλια για να στολίσουμε τα καλαθάκια μας.


στη μνήμη της Δ.

Αναδημοσιεύτηκε στην Bibliotheque και στο  toportal 

Τρίτη 23 Μαρτίου 2010

Η Πέτρα της Υπομονής

«Ο πατέρας σου στα τελευταία του μιλούσε συνέχεια για την ιερή πέτρα. Ξέρεις, αυτή την πέτρα που τη βάζεις μπροστά σου και θρηνείς για όλες τις όλες τις οδύνες σου, τους πόνους σου, τις κακοτυχίες σου.. Της εμπιστεύεσαι ότι έχεις στην καρδιά σου και δεν τολμάς να αποκαλύψεις στους άλλους. Της μιλάς, της μιλάς και η πέτρα σ’ ακούει. Ρουφάει κάθε λέξη σου, κάθε μυστικό σου. Μέχρι που ένα πρωί σπάει και γίνεται κομμάτια. Εκείνη τη μέρα λυτρώνεσαι απ όλα. Σενγκέ Σαμπούρ! Αυτό είναι το όνομα της πέτρας! Σενγκέ Σαμπούρ! Η πέτρα της υπομονής! Η μαγική πέτρα!

Ξέρεις κάτι; Νομίζω ότι βρήκα αυτή τη μαγική πέτρα.. τη δική μου πέτρα… Ναι, εσύ είσαι η Σενγκέ Σαμπούρ μου! Θα σου πω τα πάντα, τα πάντα.. μέχρι να λυτρωθώ από τα βάσανά μου, από τις πίκρες μου, απ’ τις δυστυχίες μου. Μέχρι εσύ να...»


Ένα δωμάτιο. Ένας άντρας. Μια γυναίκα. Ένα ερμητικά κλειστό σύμπαν. Ο άντρας σε κώμα. Η γυναίκα προσεύχεται για το θαύμα επικαλούμενη διαρκώς τα 99 ονόματα του Προφήτη και συντονίζει την ανάσα της με το ρόγχο του τραυματισμένου καθώς στην πέτρα της υπομονής προσμένουμε το θάμα. Ένας σπαρακτικός μονόλογος αρχίζει και μέχρι το τέλος η γυναίκα θα περάσει από όλα τα δυνατά στάδια, μετατρέποντας τον ακίνητο άντρα στη δική της μαγική πέτρα της υπομονής. Από την γεμάτη καρτερία και έρωτα φροντίδα του αρρώστου και την πίστη στη δύναμη του Θεού του Ελεήμονα, θα φτάσει σταδιακά- καθώς μεγαλώνει η αγωνία της -στην απόλυτη απελπισία, που αναπόφευκτα θα την οδηγήσει στην ύβρη. Θα ακολουθήσει η εκ βαθέων εκμυστήρευση των φοβερών μυστικών για να οδηγηθεί τελικά στην προσωπική εξιλέωση και ουσιαστικά στην συμφιλίωση με την ίδια της τη ζωή που αποτέλεσε το μίτο της αφήγησής της. Και τότε φτάνει η ώρα που σπάει και η δική της Πέτρα.

Έξω από τον σκηνικό χώρο, σιωπηλά παρούσα μια χώρα σε διαρκή πόλεμο. «Κάπου στο Αφγανιστάν ή αλλού» σημειώνει ο συγραφέας Ατίκ Ραχίμι στην αρχή του βιβλίου του η Πέτρα της Υπομονής στο οποίο βασίστηκε η παράσταση του θεάτρου Χώρα σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη.

Και δεν έχει άδικο. Η επιφανειακή ανάγνωση που οδηγεί αναπόφευκτα στην απλουστευτική σύνοψη “η θέση της γυναίκας στο Αφγανιστάν” σίγουρα αδικεί το έργο. Γιατί η Πέτρα της Υπομονής δεν αφορά μόνο το καταπιεσμένο γυναικείο φύλο στα στενά σύνορα της πολύπαθης χώρας που αποτελεί πεδίο σφοδρών συρράξεων από την μακρινή εποχή του Μεγάλου Παιχνιδιού , αλλά εκτείνεται μέχρι την αδυναμία των ανθρώπων να αρθούν πέρα και πάνω από τα πλαίσια και τις συμβάσεις που ορίζουν τη ζωή τους ανεξαρτήτως φύλου, γεωγραφικού στίγματος και ιστορικής στιγμής. Έτσι το έργο του Αφγανού συγγραφέα που τιμήθηκε το 2008 με το βραβείο Γκονκούρ, μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ένα ακόμα αποδοτικό δάνειο της Ανατολής στη Δύση.

Ο σκηνοθέτης της παράστασης, ο Γιώργος Νανούρης είναι ένας ταλαντούχος ηθοποιός που τα τελευταία χρόνια πέρναει... στην άλλη όχθη με ομολογουμένως εξαιρετικά αποτελέσματα. Την άνοιξη του 2008 σκηνοθέτησε τον “Καρτέσιο” – δραματοποιημένη διάλεξη του Θεοδόση Πελεγρίνη- που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής και την ίδια χρονιά χρησιμοποιώντας σαν πρώτη ύλη συνεντεύξεις μεταναστών με πρωτοεμφανιζόμενους ηθοποιούς ανέβασε το “ΕΔΩ” μια παράσταση που δικαιολογημενα ενθουσίασε κοινό και κριτικούς.



Η πρόκληση που παρουσιάζει ένα μη θεατρικό κείμενο, αλλά και η ελευθερία που παρέχει σε ένα δημιουργό, τον παρέσυρε και φέτος στην τρίτη σκηνοθετική του δουλειά. Το δύσκολο εγχείρημά του πέραν της σκηνοθεσίας περιλάμβανε και τη διασκευή του έργου του Ραχίμι. Κατάφερε να στήσει με σιγουριά μια δυνατή ατμοσφαιρική παράσταση αναδεικνύοντας τις αρετές του έργου, με λιτό κι αποτελεσματικό τρόπο αποφεύγοντας εύκολο δρόμο της συγκινήσης.

Ο Δρόσος Σώτης στο βουβό- για αυτό και ιδαίτερα δύσκολο- ρόλο του τραυματισμένου άντρα, κατάφερε με μόνο εκφραστικό μέσο την ανάσα του να δώσει μια αξιοσημείωτη ερμηνεία - καμβά, για το υφάδι του σπαραχτικού μονολόγου της εξαιρετικής Νεκταρίας Γιαννουδάκη. Με μέτρο, σύνεση και ωριμότητα διένυσε τα πιο ακραία συναισθήματα δίνοντας σάρκα και οστά σε μια γήινη, εύθραυστη αλλά συνάμα δυνατή γυναίκα. Η ηρωίδα της Πέτρας της Υπομονής, βρήκε στο πρόσωπό της την ιδανική ερμηνεύτρια.


Θέατρο «Χώρα», Σκηνή «Μικρή Χώρα» Αμοργού 20, Κυψέλη, τηλ. 210 8673945
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Κυριακή Δευτέρα και Τρίτη 9.15 μ.μ.

Η Πέτρα της Υπομονής, του Ατίκ Ραχίμι κυκλοφόρησε το 2009 σε μετάφραση της Ασπασία Σιγάλα από τις Εκδόσεις Ψυχογιός

Επί του πιεστηρίου: 24ωρος μαραθώνιος θεάτρου

ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 11 ΕΩΣ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ 20 ΑΠΡΙΛΙΟΥ


Μουσική: Από το soundtrack της ταινίας Kite Runner -βασισμένης στο βιβλίο του επίσης Αφγανού συγγραφέα Khaled Hosseini- που συνέθεσε ο Alberto Iglesias.


Κυριακή 21 Μαρτίου 2010

Το κλεμμένο κλαδί

La Rama Robada


En la noche entraremos
a robar
una rama florida.
Pasaremos el muro,
en las tinieblas del jardín ajeno,
dos sombras en la sombra.
Aún no se fue el invierno,
y el manzano aparece
convertido de pronto
en cascada de estrellas olorosas.
En la noche entraremos
hasta su tembloroso firmamento,
y tus pequeñas manos y las mías
robarán las estrellas.
Y sigilosamente,
a nuestra casa,
en la noche y en la sombra,
entrará con tus pasos
el silencioso paso del perfume
y con pies estrellados
el cuerpo claro de la primavera.


~ . ~


Το κλεμμένο κλαδί

Στη νύχτα θα μπούμε
για να κλέψουμε ένα κλαδί ανθισμένο.

Θα περάσουμε τον τοίχο,
στον ερεβώδη ξένο κήπο,
δυο σκιές μες στο σκοτάδι.

Ακόμα δεν έφυγε ο χειμώνας,
και ξαφνικά η μηλιά
μοιάζει να έγινε
καταρράχτης αστεριών ευωδιαστών.

Στην νύχτα θα μπούμε
ως το τρεμουλιαστό της στερέωμα,
και τα μικρά σου χέρια και τα δικά μου
θα κλέψουν τ` αστέρια.

Και σιωπηλά,
στο σπίτι μας, στη νύχτα και στο σκοτάδι,
με τα βήματά σου θα μπει
το άηχο βήμα της ευωδιάς
και με τα πόδια μ` άστρα γεμάτα
το διάφανο σώμα της άνοιξης.


Από τα "Ερωτικά ποιήματα", του Πάμπλο Νερούδα, απόδοση Αγαθή Δημητρούκα, Εκδόσεις Πατάκη, 2009




Παρασκευή 19 Μαρτίου 2010

Νυχτερινή διαδρομή




Ομόνοια μία το βράδυ. Κρύο του Μάρτη τσουχτερό. Στα πεζοδρόμια διακρίνεις ακόμα ίχνη της κίτρινης βροχής. Κίτρινη ουρά στην πιάτσα κι οι ταξιτζήδες στην αναμονή έχουν πιάσει κουβέντα και τσιγάρο. Κατευθύνομαι στο πρώτο, η πόρτα δεν ανοίγει.
-Περίμενε φίλε, έρχομαι! μου φωνάζει ο οδηγός που αποχαιρετά βιαστικά τους συναδέλφους, πλησιάζει και ξεκλειδώνει. Είναι ευτραφής, στο σκοτάδι φαντάζει μελαχροινός και η προφορά του θυμίζει απροσδιόριστα Μέση Ανατολή.

-Εδώ βλέπεις είναι Ομόνοια.Κλειδώνουμε... μου λέει χαμογελώντας με νόημα ενώ βάζει πρώτη.
-Ενώ στην Αίγυπτο; Διακινδυνεύω τη εικασία για τη χώρα προέλευσης.
-Α! Όχι. Έπεσες μακριά. Για προσπάθησε πάλι.
-Πακιστάν! Επιμένω στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής κι είμαι έτοιμος να τον αιφνιδιάσω μόλις ακούσω καταφατική απάντηση με ένα “Hamdu lila“ * - την ωραιότερη φράση που μπορείς να πεις σε μουσουλμάνο.

-Α! Τώρα πήγες ακόμα πιο μακριά. Άντε κάνε μια προσπάθεια ακόμα.
-Μπα! Μετά από δύο αποτυχίες έχω απογοητευτεί.

Εκείνη τη στιγμή προσέχω κάτι που έπρεπε να είχα παρατηρήσει εξ αρχής: ένας μικρός ξύλινος σταυρός αιωρείται κρεμασμένος από τον κεντρικό καθρέφτη. Έτσι από το Πακιστάν στρέφομαι ακάθεκτος προς δυσμάς και καταλήγω θριαμβευτικά στο Λίβανο.

Δε δίνει καμία σημασία στην νέα μου προσπάθεια. Έχουμε σταματήσει στο φανάρι της Πεσματζόγλου και μας έχει πλησιάσει ένας ρακένδυτος επαίτης. Υπολογίζω ότι χωρίς να τον κοιτάξει καν θα του κάνει κοφτό νόημα να απομακρυνθεί. Για άλλη μια φορά πέφτω έξω στις προβλέψεις μου. Ανοίγει το παράθυρο και χαιρετάει εγκάρδια τον ζητιάνο, με σχεδόν πατρικό ύφος τον ρωτάει τί κάνει ενώ με το δεξί του χέρι αναζητά στα τυφλά το μεταλλικό κουτάκι με τα κέρματα που βρίσκεται ως συνήθως δίπλα στο λεβιέ ταχυτήτων. Ξεχωρίζει ένα ευρώ και του το δίνει.

-Άντε, καληνύχτα και να προσέχεις, του λέει καθώς ανάβει πράσινο.
-Δεν είναι πρεζάκι, βιάζεται να διευκρινήσει ενώ ανηφορίζουμε την Ιπποκράτους. Τον ξέρω χρόνια. Πάντα τον πετυχαίνω σε αυτό το φανάρι. Άστεγος είναι...Δεν ξέρεις ποτέ πώς τα φέρνει η ζωή.

Αυτό το τετριμένο “δεν ξέρεις πώς τα φέρνει η ζωή” μας βαραίνει ξαφνικά και μας παρασύρει σε παρατεταμένη σιωπή. Τελικά όμως δεν την αντέχει και επανέρχεται στο 'παιχνίδι' μας.

-Δε βρήκες όμως από που είμαι...
Δε θέλω να τον απογοητεύσω παραιτούμενος της προσπάθειας και τον παρατηρώ προσεκτικά από τη θέση του συνοδηγού. Τα φώτα στη Βασιλίσσης Σοφίας μου αποκαλύπτουν ότι μου απέκρυψε το σκοτάδι στην Ομόνοια. Αν εξαιρέσεις τους άσπρους κροτάφους, τα μαλλιά του είναι ξανθά και τα μάτια του γαλανά.

-Κάπου από την πρώην Σοβιετική Ένωση, λέω με δισταγμό. Η ύστατη απόπειρα που περιλαμβάνει ένα τόσο ευρύ γεωγραφικό χώρο αποδεικνύεται επιτέλους σωστή και με επιβραβεύει με ένα ηχηρό “Μπράβο! Το βρήκες!!!” που συνοδεύεται από πλατύ χαμόγελο.



Μέχρι το σπίτι, θα μου μιλήσει για την πόλη του στη χερσόνησο της Κριμαίας την Σεβαστούπολη, για το 'χοντρό' κρύο που “το αντέχεις με ένα μπουφάν” και για τους 47 βαθμούς υπό το μηδέν που συνάντησε σε μια εκδρομή πριν από χρόνια στη Σιβηρία... Την ώρα που τον πληρώνω μου είναι αδύνατον να θυμηθώ το
“καληνύχτα” στα ρωσικά και περιορίζομαι σε ένα “σπασίμπα” ** γιατί ήταν αφορμή για μια μεγάλη βόλτα από τη Μέση Ανατολή ως τη Μαύρη Θάλασσα στη διάρκεια μιας μικρής διαδρομής στη νυχτερινή Αθήνα.



Οι φωτογραφίες είναι του φίλου Alex Cabot.
Απόκρημνη Ακτή στη Χερσόνησο της Κριμαίας
και το Λιμάνι της Σεβαστούπολης.



* Hamdu lila= Δόξα τω Θεώ

**Спасибо, Σπασίμπα= Ευχαριστώ


Μουσική: Το μουσικό θέμα της ταινίας Taxi Driver σε σκηνοθεσία Martin Scorsese σύνθεση του Bernard Herrmann


Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

Το ρεκτιφιέ




Μικρά τεχνικά προβλήματα ταλανίζουν το παρόν ιστολόγιο εδώ και αρκετές μέρες. Ελπίζω ότι σύντομα θα ολοκληρωθεί το απαραίτητο ρεκτιφιέ, θα επανασυναρμολογηθεί ο υπολογιστής και θα επανέρθω δριμύτερος στις επάλξεις.

Στο μεταξύ μπορείτε να απολαύσετε a cappella, The Creole Love Call του Duke Ellington από τους Comedian Harmonists, αφού πρώτα κλείσετε το Sam, το ραδιοφωνάκι της δεξιάς πορτοκαλί στήλης.

Σας ευχαριστώ για την κατανόηση. Και προς Θεού! Δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας- συμβαίνει και στα καλύτερα blogs!

Σάββατο 6 Μαρτίου 2010

Η Σαλάτα της Ύφεσης

Για τη σαλάτα στην εποχή
της οικονομικής κρίσης θα χρειαστείτε:


Σπόρους ρόκας. Το φακελάκι στοιχίζει 1,50 ευρώ. Αρχίζει να φυτρώνει σε 5-6 μέρες. Σε είκοσι μέρες αν ο καιρός είναι ζεστός, έχουμε συγκομιδή.

~ Ρίζες ντομάτας. Από 0,50 έως 1 ανάλογα με το μέγεθος. Αν τις φυτέψετε τώρα μέχρι τις αρχές Ιουνίου θα έχετε τις πρώτες ντομάτες στο πιάτο σας.

Για τα φρέσκα κρεμμυδάκια, θα χρειαστείτε κροκάρι. (Μα να μη μπορώ να θυμηθώ πόσο το αγόρασα! )


Λόλα πράσινη και κόκκινη. Στη συσκευασία στο πλαστικό κεσεδάκι περιέχονται είκοσι ρίζες. Τιμή 1 ευρώ το κεσεδάκι. Την ίδια τιμή έχουν και τα απλά μαρουλάκια.



Σκάβουμε το λαχανόκηπό μας, ρίχνουμε χωνεμένη κοπριά και ανακατεύουμε καλά το χώμα. Μετά από μια δύο μέρες ξανασκάβουμε και με τσουγκράνα ομαλοποιούμε την επιφάνεια. Φυτεύομε τα μαρουλάκια και τις λόλες σε σειρά με αποσταση μεταξύ τους για μεν τα μαρούλια 25-20 εκατοστά για τις Λόλες 5-10 εκατοστά περισσότερο. Η περίφραξη είναι απαραίτητη ειδικά αν υπάρχουν ζώα.



Μπορούμε να προμηθευτούμε άνηθο είτε σε απόρους- που θα καθυστερήσει να μεγαλώσει- είτε σε φυντανάκι. Στοιχίζει 0,50 ευρώ η ρίζα. Μπορεί να φυτευτεί και σε γλάστρα.


Το ίδιο και ο μαϊντανός. Μπορεί να φυτευτεί σε γλάστρα και στοιχίζει 0,50 ευρώ η ρίζα.


Και για να προλάβω τις δικαιολογίες του τύπου «δεν έχουμε κήπο» μπορείτε κάλλιστα να φυτέψετε και τα μαρουλάκια και τις ντομάτες σε γλάστρες στο μπαλκόνι σας.



Καλή επιτυχία!



Μουσική: Estate του Bruno Martino με το BeCool Jazz Quartet του Titus Chen

Τετάρτη 3 Μαρτίου 2010

Pacchetto!


- Κοίτα!
-Τι είναι;
-Το νέο πακέτο μέτρων!
-Ααα!
-Αυτό μόνο έχεις να πεις;
-Τί άλλο;
-Ας πούμε…πώς αισθάνεσαι;
-Λιγότερο απαισιόδοξη ...






Pacchetto : (ιταλική λέξη) δέμα, κουτί, σύνολο προτάσεων.


Μουσική: Sing, Sing, Sing σύνθεση του Louis Prima 1936 με τον Benny Goodman



Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

Ανέλπιστη Χορογραφία






Είχαμε πάει βόλτα στη παραλία.

Πόσο σου άρεσε η θάλασσα! Γοργόνα τα καλοκαίρια χανόσουν, ξεμάκραινες από την ακτή, τόσο που λαχταρούσα κάθε που το κύμα έκρυβε το κεφάλι σου. Όταν βούταγες στους βυθούς κρατούσα την ανάσα μου μέχρι να αναδυθείς και πάλι στον αφρό. Τους χειμώνες κούρνιαζες κουβάρι στις υγρές αμμουδιές, ασάλευτη, ώρες ατέλειωτες.

Εκείνη τη μέρα στάθηκες για λίγο κι έπειτα γύρισες, χαμογέλασες κι άρχισες να ξεντύνεσαι μέσα στο κρύο. Όσο μεγάλωνε η έκπληξή μου τόσο πιο περιπαικτικό γινόταν το χαμόγελό σου. Γύρισα ανήσυχος να σιγουρευτώ ότι δεν ήταν κανείς τριγύρω. Σάρωσα τα θαλερά αλμυρίκια, τους αμμόλοφους, μέχρι πέρα το χωματόδρομο κοίταξα κι όταν γύρισα έτρεχες γυμνή στη θάλασσα. «Τρελή μου, Μάρτη μήνα θα βουτήξεις!» σκέφτηκα κι ανατρίχιασα.

Σα δούλος με τα λουτρικά σε περίμενα. Πεσκίρι, ένα άσπρο σεντόνι απλωμένο στα χέρια μου φτεροκοπούσε όμοια με τη λαχτάρα μου να γυρίσεις. Επιτέλους! Βγήκες αργά κι ήταν σα να ερχόσουνα από τα πέρατα του Πόντου, από μακρινούς αιώνες, άγουρη Κύπριδα σ` αυτή τη γωνιά του Αιγαίου. Κίνησα να σε σκεπάσω. Με νεύμα Άνασσας με σταμάτησες. Τράβηξες απ` τα χέρια μου το σεντόνι.

Κι ύστερα…

Ύστερα, λαμπιρίζοντας ξεχύθηκες στην άμμο χορεύοντας αγνώριστη από την έκσταση. Έγινε μαΐστρα το σεντόνι στον άνεμο, ο κορμός σου ευλύγιστο κατάρτι, τα μέλη σου ρευστά μάζευαν κι απλώνανε μεταμορφώνοντας το άσπρο πανί σε πάλλουσα οπτασία. Ένας μπάσος σορόκος μακρινός, σιγόνταρε τον παφλασμό κι έφτανε στα αυτιά μου σαν την αυτονόητη μουσική της ανέλπιστης χορογραφίας.

Λυσιμελής μέθεξη. Δεν κατάλαβα πότε γονάτισα. Πλάνταξα στην ομορφιά που αξιώθηκα εγώ ο θνητός να αντικρίσω και προσκυνητής γεύτηκα με κλειστά μάτια άμμο. «Έλα! Πάμε…» είπες χαϊδεύοντας την πλάτη μου. Σήκωσα το κεφάλι κι είδα ότι είχες ντυθεί. Τα μαλλιά σου ήταν ακόμα βρεγμένα. Στα βλέφαρά σου, άσπριζε αλισάχνη. Σε όλη την αμμουδιά ξεχώριζα τα ίχνη από τις γυμνές σου πατούσες δίπλα σε αυτά των γλάρων.



Αχ Μάρτα! Θυμάσαι άραγε; Ήταν σαν σήμερα, πρώτη μέρα του Μάρτη.




Ανταποκρινόμενος στο δίκαιο αίτημα του
αδελφού μου του tsalapeteinou που κατατέθηκε υπό μορφή σχολίου στις 24/1/10 και έλεγε «Αναμένω στις επόμενες αναρτήσεις να ικανοποιηθεί το λαϊκό αίτημα για... ευνοϊκότερη ποσόστωση φύλων των μηνών, με τις σενιορίτες Μάρτα, Μάγια και Χούλια!» ο μήνας Μάρτιος πήρε τη μορφή γυναίκας.



Καλό μας Μήνα.


Μουσική: Oltremare σύνθεση του Ludovico Einaudi
από το άλπμουμ Divenire του 2007