Σα να μην ήταν αρκετή η ακραία ομορφιά, ήρθε συμπλήρωμα και καταλύτης ο μύθος του σύγχρονου contrabanto. Εικαστική παρέμβαση του Τυχαίου, ο ‘Παναγιώτης’ που εξόκειλε στην άβατη αμμουδιά μια νύχτα με φουρτούνα και σκουριάζει γερμένος 27 χρόνια τώρα, εκεί κάτω. Ξεχάστηκε σιγά- σιγά το παλιό τοπωνύμιο και το καινούριο, το Ναυάγιο, έγινε γνωστό σε όλο τον κόσμο, με τις φωτογραφίες του να κατακλύζουν τα διεθνή ύδατα του διαδικτύου όπως εκείνη τη νύχτα του `82 που έπλεαν στη θάλασσα ξέμπαρκες κούτες από το Κεφαλλονίτικο τσιγαράδικο.
Αν φτάσεις καλοκαίρι και δεις ορδές τουριστών, καλύτερα να φύγεις αμέσως. Ο ίλιγγος του μαζικού είναι αβάστακτος σε σχέση με τον ίλιγγο του κενού. Δεν έχει νόημα να σταθείς στην ουρά περιμένοντας για λίγα μόλις δευτερόλεπτα στην άκρη του σιδερένιου μπαλκονιού-ανέλπιστα διακριτικό - για να ποζάρεις αναμαλλιασμένος με φόντο το φημισμένο τοπίο.
Αν φτάσεις άλλη εποχή και δεν είναι κανείς εκεί, πήγαινε στην άκρη των βράχων και κούρνιαξε. Μέτρησε τις ανάσες σου έτσι όπως εμφανίζονται ανεξέλικτες χωρίς ρυθμό. Ρεγουλάρισέ τις. Διέκρινε τους ήχους που ακούς. Από τη μια βάλε αυτούς που παράγεις εσύ κι από την άλλη ξεχώρισε προσεκτικά, έναν –ένα τους ήχους ορατών τε και αόρατων θιάσων έξω από τα σύνορά σου.
Άδειασε το μυαλό σου. Όλα τα χωράει η άβυσσος.
Ύστερα πάρε το νήμα από την αρχή. Δες καρέ- καρέ την ταινία. Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή, εδώ είναι το ιδανικό στίγμα. Μην το αναβάλεις. Μην το αφήσεις για το τέλος, πάνω στο μεταλλικό κρεβάτι δίπλα στον ορό που αργοστάζει, μέσα στην αγωνία και στον εξευτελισμό της φθοράς ή στην άνοια ενός άγνωστου υπερήλικα που η καρτέλα του με τεθλασμένη τη θερμοκρασία αναφέρει το όνομά σου.
Μέτρησε τη ζωή, τα έργα και τις μέρες σου. Αργά. Νηφάλια. Σε αυτές τις μετρήσεις ούτε βιά χωράει ούτε βία. Θέλουν το χρόνο τους και τον τρόπο τους. Ζύγισέ τα. Η πασιέντζα των βράχων αλάθητη. Άμα σου βγει θετικό το ισοζύγιο, πάρε βαθειά ανάσα.
Αν αποφάσιζες να δώσεις τώρα το παράγγελμα για ένα τόσο δα βήμα μπροστά, η γραμμή σου θα έκλεινε σε ένα τέλειο κύκλο χωρίς χάσματα. Ο εξαίσιος ίλιγγος του κενού θα γινόταν από τη μια στιγμή στην άλλη ένας λυτρωτικός στροβιλισμός με ορθάνοιχτα μέλη, μια απίθανη πτώση διαρκείας, εξαρτημένη κυρίως από την επιτάχυνση της βαρύτητας, του γαμημένου g που σε γεμίζει ακόμα τύψεις γιατί μια και μόνη- κρίσιμη είναι αλήθεια- φορά, ξέχασες στη παλίρροια της εφηβείας να υψώσεις τα δευτερόλεπτα του παρανομαστή στο τετράγωνο.
Δε θα το κάνεις βέβαια. Δε θα δώσεις τελικά το παράγγελμα. Θα παραμείνεις στο χείλος πλάτη στον Λεβάντε. Όταν θα θυμάσαι μετά από καιρό αυτή τη μέρα στο Ναυάγιο, θα ξέρεις ότι εκεί, τότε, ήσουν έτοιμος για την πιο ποιητική- γι αυτό και ανεξήγητη στους άλλους- πράξη, για την ηρωική πτήση, μέχρι την αναπόφευκτη πρόσκρουση στο τσιμέντο της θάλασσας. Εσύ ο Ίκαρος του ιλαρού Ιονίου μεσούντος ενός ασυνάρτητου Απριλίου στα δυο χιλιάδες εννιά.
Δε θα το κάνεις. Αρκεί όμως που ετοιμάστηκες.
Πάρε βαθειά ανάσα. Θάλασσα και θυμάρι. Χώμα και γύρη. Δε μυρίζουν αλλιώτικα όλα τώρα; Σύρε τη παλάμη σου στο βράχο. Νοιώθεις ότι με τις αιχμές, τα κοίλα και τις καμπύλες του, πότε αντιστέκεται κι πότε αφήνεται στην τυφλή σου αναγνώριση; Μη σε νοιάζει η σύσταση και η καταγωγή του. Κάποιος θα βρεθεί να σου τα δώσει όλα έτοιμα, κάποιος που χτύπησε τη πέτρα και ξύπνησε η μικρή κερασφόρος, για τελειώσει τις μέρες της σε ανέλπιστο ψύχος.
Τώρα μπορείς να αποστηθίσεις την παλέτα του γλαυκού για τις δύσκολες μέρες. Μην αναζητήσεις μουσικές. Αρκέσου στους ήχους που ξεχώρισες. Σου χαρίζονται, τώρα που επιτέλους τόλμησες να ξεγυμνωθείς μια φορά μπροστά σου αφήνοντας στην άκρη τις ανώφελες ντροπές. Κοίτα τη μικρή σου γύμνια χωρίς νότες, μόνο με τους ήχους.
Ψάξε να βρεις λέξεις και φράσεις για το ημερολόγιο του δικού σου Αθέατου Απριλίου. Αν σου φανούν ανεπαρκείς, κατώτερες των περιστάσεων ή φλύαρες, αν αντιστέκονται αρνούμενες την υποταγή, δανείσου από τα έτοιμα, αυτά που πρόλαβαν να πουν πριν από μας άλλοι, οριστικά καλύτερα.
Άσε τη φωτογραφική στη θήκη. Τα κλικ θα ακουστούν ανόσια σαν τις μπαταριές που καμουφλάρονται πίσω από τα βεγγαλικά των ημερών, των ανεκδιήγητων που περιμένουν τα εξαντλημένα αποδημητικά εδώ στο πρώτο σταθμό του ταξιδιού από την Αφρική στα βόρεια, για να παρελάσουν ύστερα με ματωμένους μηρούς από τα κρεμασμένα στη ζώνη τους τρόπαια.
Ότι κι αν τραβήξεις από δω που είσαι, μια ψείρα μόνη μικρότερη κι από το πιο παλιό ζούδι, εκτός κλίμακας, δε συγκρίνεται με ότι βλέπει αυτός ο γλάρος εκεί πέρα. Πετάει κάτω από σένα. Τον βλέπεις; Για πρώτη φορά σου αποκαλύπτεται η ράχη του γλάρου στο φόντο της θάλασσας κι όχι η κοιλιά του στο φόντο του ουρανού.
Φεύγοντας σήκωσε μια πέτρα και ζύγισε το βάρος της στη χούφτα σου. Έπειτα ρίξε την με όλη σου τη δύναμη μακριά στο κενό. Παρακολούθησε τη τροχιά της. Όταν περάσει το πιο ψηλό σημείο κι αρχίσει η πτώση, άρχισε να μετράς τα δευτερόλεπτα ως τις υδάτινες ειρκτές. Και αυτή τη φορά, θυμήσου επιτέλους να βάλεις το χρόνο του παρανομαστή στο τετράγωνο.
*Το σκίτσο έγινε το 1904 από τον Λουδοβίκο Σαλβατόρ, Αρχιδούκα της Αυστρίας. Από το βιβλίο του Ζάντε, εκδόσεις Μπάστα, Ζάκυνθος 2007
Μουσική: The Poet Acts, του Philip Glass από την ταινία The Hours