Στο
δεύτερο μέρος, στο
Adagiodi molto, πρέπει να με πήρε ο ύπνος. Είχα
γείρει από ώρα νυσταγμένος κοιτάζοντας
έξω. Ήταν ζεστά μέσα στο λεωφορείο,
ο
Sibelius
από
το πρωί έπαιζε στα ηχεία
κι έξω, έτρεχε προς τα πίσω το τοπίο: μια
ατέλειωτη επίπεδη χιονισμένη επιφάνεια
και πού και πού, στο βάθος μερικές συστάδες δέντρων να σπάνε τη μονοτονία.
“...η ατέλειωτη παγωμένη στέπα...”
στριφογύριζε διαρκώς στο μυαλό μου η
φράση από τις Νεκρές Ψυχές του Νικολάι Γκογκολ ως η πιο
κατάλληλη να περιγράψει αυτό που έβλεπα.
Κάποια
στιγμή πρέπει να ακούμπησα στο τζάμι
και να αποκοιμήθηκα.
Είχαμε
σηκωθεί αξημέρωτα για αυτή την εκδρομή
από το Oulou
στο
Rovaniemi.
Εικοσιτέσσερεις
φοιτητές, Έλληνες και Φινλανδοί και τρεις καθηγητές που μας συνόδευαν. Ο
υδράργυορς ήταν στους μείον 29. Μαύρη
νύχτα μέχρι τις δέκα το πρωί και μετά
άρχισε να αχνοφαίνεται ένα διστακτικό
φως που ξέραμε -από τις μέρες που
είμασταν ήδη εκεί- ότι θα διαρκούσε το
πολύ μέχρι τις δύο το μεσημέρι. Εκείνη
τη μέρα όμως ήμασταν τυχεροί γιατί προς
το μεσημέρι ανέτειλε ένας ανέλπιστα
λαμπρός ήλιος.
Με
ξύπνησαν τα τύμπανα της αρχής του τρίτου
μέρους, αλλά άνοιξα τα μάτια μόνο όταν
ένιωσα μια απροσδιόριστη κίνηση ακριβώς έξω από το
παράθυρό μου. Ήταν ένα μεγάλο κοπάδι
ταράνδων μοιρασμένο που έτρεχε
παράλληλα με το λεωφορείο και από τις
δυο πλευρές. Κάλπαζαν στο ρυθμό του
Allegro ma non tanto και τα δυο ρεύματα της αγέλης μόλις
προσπερνούσαν το λεωφορείο ενώνονταν
μπροστά σε ένα, που συνέχιζε να τρέχει
στο δρόμο. Αν αυτή η μοναδική σκηνή
προερχόταν από ταινία, σίγουρα το τρίτο
μέρος από το κοντσέρτο για βιολί του
Sibelius
θα ήταν το soundtrack
της. Κι έτσι όπως συνήθως συγκρίνουμε το
πρωτόγνωρο με τις μέχρι εκείνη τη στιγμή εμπειρίες μας, αυτόματα θυμήθηκα δελφίνια σε τέλειο σχηματισμό
να κολυμπάνε ακολουθώντας βάρκα στα
νερά του Αιγαίου.
Άρπαξα
τη φωτογραφική μου μηχανή, μια Pendax
K 1000, ηρωική
σύντροφο των ταξιδιών, απλή και εύχρηστη,
ανθεκτική στις πιο αντίξοες καιρικές
συνθήκες κι όπως ήμουν, μόνο με ένα
πουκάμισο, ζήτησα στον οδηγό να σταματήσει.
Ελάττωσε μαλακά την ταχύτητα -έτρεχε
με εξήντα χωρίς αλυσίδες σε ένα άδειο
από οχήματα δρόμο που είχε τουλάχιστον
δεκαπέντε πόντους χιόνι-
σταμάτησε και άνοιξε γελώντας την
μπροστινή πόρτα. Οι τελευταίοι του
κοπαδιού, πέρασαν μπροστά μου. Θα
μπορούσα, έτσι να έκανα το χέρι, να τους
αγγίξω. Θυμάμαι τη μυρωδιά τους, τα
χνώτα τους να αχνίζουν στον παγωμένο αέρα
και αυτόν το μοναδικό ήχο του καλπασμού
τους πάνω στο φρέσκο χιόνι.
Άρχισα
με δυσκολία να τρέχω πίσω τους, να
σταματάω για δευτερόλεπτα να φωτογραφίζω
και να συνεχίζω το τρέξιμο μέχρι τη
στιγμή που άκουσα πίσω μου τον Άρη να
φωνάζει: “Κάνε
λίγο άκρη!”
Γύρισα και τον είδα να τρέχει με την
βιντεοκάμερα. Ήταν κι αυτός μόνο με ένα
πουλόβερ αλλά είχε προλάβει να βάλει
το κασκόλ του. Λίγο πιο πίσω, το λεωφορείο
μας ακολουθούσε με πολύ χαμηλή ταχύτητα.
Νομιζω πως διέκρινα τον οδηγό να γελάει
με τους “τρελούς
έλληνες”.
Έκανα άκρη για να αφήσω ελεύθερο το
πεδίο στο φακό του φίλου μου και συνέχισα
να τρέχω κυνηγώντας τους ταράνδους.
Δεν
κρύωνα. Σκεφτόμουν ενθουσιασμένος την καταπληκτική εικόνα που ήμουν
σίγουρος ότι θα κατάφερνα να βγάλω: το
κοπάδι, πυκνο σαν ένα σώμα να τρέχει
ξέφρενα, το τρίχωμά των ταράνδων
ανασηκωμένο στον καλπασμό, το χιόνι
στον αέρα που σήκωναν οι οπλές και τα
κέρατα, αυτά τα μεγαλειώδη κέρατα,
φωτισμένα από το φως ήλιου που είχε
ανατείλει, ήταν χαμηλά και έστεκε
κόντρα.
Η
απόσταση που με χώριζε από το κοπάδι
ολοένα και μεγάλωνε, είχα λαχανιάσει
κι άκουγα πίσω μου τον Άρη να συνεχίζει απτόητος. Σταμάτησα όμως σκασμένος
στα γέλια όταν ξαφνικά σκέφτηκα πόσο αστεία
θα ήταν η σκηνή για κάποιον παρατηρητή που την
έβλεπε από απόσταση: ένα κοπάδι ταράνδων
να τρέχει μπροστά, πίσω τους δυο τρελοί σύγχρονοι κυνηγοί να προσπαθούν να τους “πυροβολήσουν”
με φωτογραφική μηχανή και βιντεοκάμερα
κι ακόμα πιο πίσω ένα λεωφορείο.
Αρκετές
μέρες αργότερα, όταν επιστρέψαμε και
εμφάνισα τα φιλμ, διαπίστωσα ότι από
εκείνο με τους ταράνδους δεν είχα ούτε
μια καλή φωτογραφία. Οι περισσότερες
θολές -πώς να νετάρεις τρέχοντας;- και
όλες υπερφωτισμένες. Αν ήταν ψηφιακές
ίσως κάτι θα μπορούσα να κάνω για να
σώσω δυο-τρεις, μα ήταν ακόμα εκείνη η
μακρινή εποχή των φίλμ. Το βίντεο του
Άρη ήταν κάπως καλύτερο αλλά κι αυτό
πολύ κουνημένο. Πώς να καταφέρεις σταθερό
traveling
τρέχοντας
στο χιόνι;
Δεν
με πειράζει καθόλου που δεν έχω ούτε
μια φωτογραφία: ακόμα και σήμερα αν και
έχουν περάσει αρκετά χρόνια από εκείνη
τη μέρα, αρκεί να κλείσω τα μάτια
ακούγοντας το τρίτο μέρος του κοντσέρτου
για βιολί του Sibelius,
για
να δω εκείνο το κοπάδι των ταράνδων να
καλπάζει στο ατέλειωτο χιονισμένο τοπίο
με τα κέρατά τους να λάμπουν στον ήλιο.
Στην
Χριστίνα Σ,
που μού θύμισε την
ιστορία
και
φυσικά στον φίλο μου
τον Άρη.
24 σχόλια:
Θα πω το προφανές: Ζ Ο Υ Λ Ε Υ Ω Ω Ω Ω Ω !!
Η περιγραφή είναι τέτοια που ακόμα και όποιος δεν έχει γνώση των όσων λες σίγουρα θα έτρεχε μαζί σου.
Σε φαντάζομαι όμως γιατί αν και δεν είχαμε την τύχη να ζήσουμε κάτι τέτοιο, θυμάμαι το λεοφωρείο να κυλάει αθόρυβα στους δαντελωτούς κάτασπρους δρόμους, αξημέρωτα πίσσα σκοτάδι, ενιά το πρωί!
Είναι από τα αξέχαστα ακόμα και χωρίς φωτοαποδείξεις ή έστω κακής ποιότητας.
Η ιστορία σου καταγράφηκε σαν να την έχω δει:)
Παρακαλώ καταχωρίστε με κι εμένα στους ζηλιάρηδες. :-)
Πες μου ότι είδες και το Βόρειο Σέλας να με αποτελειώσεις;-)
Ακούω το τρίτο μέρος του κοντσέρτου. Θα πρέπει να το ακούσουν όλοι οι φίλοι, δίνει στη σκηνή που μας διηγήθηκες άλλη διάσταση!
Καλή βδομάδα Τσαλαπετεινέ μου
πόσο απίστευτα ωραία μας διηγήσαι κ. Τσαλαπετεινέ μου...φοβερή εμπειρία!
Ωραία όλα αυτά, αλλά ξέχασες κάτι ανάμεσα στον Γκόγκολ και τη σύγχρονη επόχη: Ποιός υπέγραψε την ανεξαρτησία την Φινλανδίας!
renata : Άντε βρε ζουλιάρα!
Thalassenia: Ε λοιπόν, αυτό που μας μένει είναι να πάμε στη Φινλανδία και καλοκαίρι. Τότε που ατέλειωτη είναι η μέρα. Σκοτεινιάζει για καμιά ώρα στις δώδεκα το βράδυ...
;-)
Χαμένο Επεισόδιο : Στους ζηλιάρηδες ή στους ζουλιάρηδες που είναι κι η Ρενάτα;
Margo: Πες τα Margo, γιατί εμένα δεν μ` ακούνε και βάζω στοίχημα ότι οι περισσότεροι δεν άκουσαν το τρίτο μέρος και μάλιστα με κλειστά μάτια!
(Νομίζω πάντως ότι ο Σιμπέλιους σε βοηθάει να καταλάβεις τη χώρα και το αντίστροφο.)
Όχι, βόριο σέλας δεν είδα, αλλά και να είχα δει δεν θα το ομολογούσα. Στην σημερινή ανάρτηση μαζεύτηκαν όλοι οι ζηλιάρηδες. ;-)
lost diary: Κυρία μου! Σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια. ;-)
Φοβερή εμπειρία έστω και χωρίς αποδεικτικά στοιχεία...
Yannis Tsal : Ο Γκογκόλ είναι ξεκάρφωτος αλλά ό,τι πιο σχετικό είχα πρόχειρο. ;-)
Αρνούμαι να διαβάσω βιβλιογραφία νυχτιάτικα! Αύριο το πρωί, άντε μέχρι το απόγευμα. Εντάξει;
Τι όμορφη και σπάνια εμπειρία ζωής.
Καλή σου μέρα Τσαλαπετεινέ
Σε ένα σημείο διάβασα "ανέτειλε πιστά ένας ήλιος"... δεν ξέρετε πόσο μου αρέσουν οι μαγικές εικόνες σας, εξωτικό μου ;)
Είδες; Και με μάτια κλειστά.
Πώς να καταφέρεις σταθερό traveling τρέχοντας στο χιόνι;
Μόνο με ράγες. :)
ippoliti_ippoliti : Έστω και χωρίς εικόνες... ;-)
Καλό μας ξημέρωμα
Theorema: Όποιος διαβάζει λάθος, συχνά διαβάζει καλύτερα... ;-)
(κρατιέμαι να μην αλλάξω σε "πιστό" τον "ανέλπιστο")
gasireu: Έρχομαι στα λόγια σου. ;-)
(Αν είναι να βάλουμε ράγες θέλω κι ένα πλάνο από ψηλά. Από ελικόπτερο ή έστω από γερανό. Να αρχίζει η σκηνή με γκρο στα χνώτα, να ανοίγει, να σηκώνεται αργά η κάμερα και τελευταίο πλάνο κάτοψη του δρόμου.)
Άκουσα κάτι εισαγωγή ταράνδων από Φινλανδία στην Καστοριά, ισχύει;
(Να σας εξομολογηθώ ότι ο Σιμπέλιους μ' αρέσει πολύ κι εμένα αλλά μην το πείτε πουθενά και χαλάσει το ίματζ μου.)
Μανος: Εισαγωγές; Τέτοια εποχή; Θα αστειεύεσαι!
(Μάλλον θα πάω να τους βρω εκεί, τώρα που (ξανα)συνήθισα το κρύο)
Σελιτσάνος: Τσιμουδιά! Σε κανέναν!
Λόγω τιμής!
Τι εικόνες, περιγρφή αξιοθάυμαστη και μάλιστα καταγεγραμμένη στο μυαλό και στην ψυχή σου. Πόσο μάλλον που είχε και μουσική υπόκρουση Σιμπέλιους. Σαν να είμαστε μαζί σου, συγχώρεσέ με, μέσα στο λεωφορείο για ευνόητους λόγους!!!!
marimar:Όταν οι αναμνήσεις έχουν τόσο μοναδικά soundtracks διατηρούνται ανέπαφες.
καλό σου μεσημέρι!
Δημοσίευση σχολίου