Συνήθεια επικράτει κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, ίνα, εις τους καταδικασθέντας δι οιονδήποτε παράπτωμα και προ της εκτελέσεως αυτής, χάριν μεγαλυτέρας προσβολής και προς παραδειγματισμόν του λαού, ενεργείται προσθέτως και η διαπόμπευσις.
Η ποινή αύτη, δεν είναι των Βυζαντινών χρόνων εύρημα, αλλ` έχει την αρχήν της εις πολύ παλαιοτέρους χρόνους. Ήδη κατά την αρχαίαν Ελληνικήν εποχήν την ευρίσκομεν εφαρμοζομένην εν Σπάρτη, Βοιωτίαν, Κάτω Ιταλίαν και Μικράν Ασίαν.
Την διαπόμπευσην οι Βυζαντινοί εχαρακτήριζον δια της λέξεως πομπή ή πομπεία, της σεμνής ταύτης κατά την αρχαιότητα λέξεως λαβούσης, κατ` αντίφρασιν, κακήν σημασίαν, είτε ένεκα των κατά τας πομπάς γεφυρισμών και των εξ αμάξης σκωμμάτων, είτε ένεκα της απέχθειας των Χριστιανών προς τας επί των χρόνων των εξακολουθούσας πομπάς των εθνικών, καθ` άς περιήγοντο των θεών αγάλματα.
Επειδή εν τούτοις κατά τους Βυζαντινούς χρόνους η λέξις πομπή διετήρει και την καλήν αυτής σημασίαν, δηλούσα την τε θρησκευτική πομπήν και την επίσημον παρέλασιν, ως και τον θρίαμβον, δια τούτο η διαπόμπευσις πολλάκις και ως άτιμος πομπή εχαρακτηρίζετο ή ως κακή πομπή.
Η πρόσθετος ποινή της διαπομπεύσεως κατά τους Βυζαντινούς χρόνους επιβάλλετο εις άτομα πάσης κοινωνικής τάξεως, ως και αμφοτέρων των φύλων. Ούτως επομπεύοντο ου μόνο πολίται της κατώτατης κοινωνικής τάξεως, αλλά και άρχοντες, πολιτικοί ή στρατιωτικοί, πολλάκις ανώτερα αξιώματα κατέχοντες, προς δε και βασιλείς ακόμη. Ουδ` εξηρούντο της ατίμου περιαγωγής, μάλιστα εις εποχάς εκκλησιαστικών ερίδων, και κληρικοί, ου μόνον οι μοναχοί και οι του κατωτέρου κλήρου, αλλά και επίσκοποι και δη και πατριάρχαι.
Διαπόμπευσις εγίνετο κατά την Βυζαντινήν περίοδον δια κλοπήν, μοιχίαν, εμπρησμόν. Η ποινή αύτη επιβάλλετο και εις τους παιδεραστάς και φθείραντες παρθένους, αφ` ού προηγουμένως ούτοι εκαυλοκοπούντο. Κατά τους μετά την άλωσιν χρόνους γνωρίζομεν ότι και αμελείς μαθηταί δημοσία επομπεύοντο.
Μετά την κουράν και την επάλειψιν του προσώπου του διαπομπευόμενου δια αιθάλης και πίσσας ανεβίβαζον αυτόν και κατ` αρχαίον έθιμον επί ζώου, κυρίως όνου, ίνα τον περιαγάγωσι, προς μεγαλύτερον δε χλευασμόν όπως λέγουσι τα κείμενα, “εξανάστροφα”, ούτως ώστε να βλέπει την ουράν, την οποίαν ενίοτε και εκράτει.
Τον ούτως επί του όνου αναβιβασθέντα, ήτο δυνατόν να ενδύσωσι με ευτελές φόρεμα, αν μάλιστα ούτος ήτο ανωτέρας κοινωνικής τάξεως ή και να καταρρακώσωσι το φόρεμα το οποίον έφερεν ή και να περιβάλωσι με ράκη. Ακολουθούντες την υπό του νόμου πολλάκις εφαρμοζόμενην τιμωρίαν, της γυμνώσεως του πταίστου, την εφήρμοζον και κατά την διαπομπευσιν. Εγύμνουν δ` ου μόνον τους άνδρας αλλά και τα γυναίκας.
Life, 4.9.1944 (ευχαριστώ silez+ukuk)
Τον ούτως επί του όνου αναβιβασθέντα, ήτο δυνατόν να ενδύσωσι με ευτελές φόρεμα, αν μάλιστα ούτος ήτο ανωτέρας κοινωνικής τάξεως ή και να καταρρακώσωσι το φόρεμα το οποίον έφερεν ή και να περιβάλωσι με ράκη. Ακολουθούντες την υπό του νόμου πολλάκις εφαρμοζόμενην τιμωρίαν, της γυμνώσεως του πταίστου, την εφήρμοζον και κατά την διαπομπευσιν. Εγύμνουν δ` ου μόνον τους άνδρας αλλά και τα γυναίκας.
Ο λαός όμως μη αρκούμενος εις τα ανωτέρω, κι άλλους εφεύρισκε τρόπους. Ούτως αναφέρεται η διαπόμπευσις ατόμου φέροντος περί την κεφαλήν στέφανον εκ σκόρδων ή δίκην ταινίας εντόσθια βοών και προβάτων. Αλλά και κώδωνας εξήρτων εκ του τραχήλου του θριαμβευομένου, εξ ής συνηθείας και κατά τους μετέπειτα αιώνας επικρατούσης, προέκυψεν η φράσις “του κρέμασαν κουδούνια”
Εν των υβριστικών σχημάτων κατά τους αρχαίους χρόνους αλλά και κατά τους μεσαιωνικούς, ήτο ο εμπτυσμός. Και τούτον λοιπόν μεταχειρίζοντο οι παρακολουθούντες ή συναντώντες την άτιμον πομπήν, πραχωρούντες δ` έτι περαιτέρω ή ήλειφον με βόρβορον το πρόσωπο του περιαγωμένου ή με κόπρον την ρίνα αυτού ή έρριπτον κατ` αυτού ούρα και αίματα και διαφόρους ακαθαρσίας, εξ ής πράξεως παρέμειναν παρ` ημίν αι φράσεις “θα σε χέσω” ή του χεσα το γάϊδαρο”.
Αθήνα, νόμος 4000
Άλλοι, ύβριν εις την ύβρην προσθέτοντες, ύβριζον ού μόνον τον διαπομπευόμενον, σκύλον αυτόν αποκαλούντες αλλά και αισχρά ρήματα κατά των γονέω αυτού εξετόξευον και πτύοντες τον κατήρωντο και εβλασφήμουν. Οι παρακολουοθούντες την άτιμον πομπήν, μη αρκούμενοι εις τα ανωτέρω, έβαλλον πολλάκις δια λίθων τον περιαγόμενον και έτυπτον αυτόν δια ξύλων.
Μαστιζόμενοι και λιθοβολούμενοι περιφέροντο ανά τας οδούς, των κηρύκων διαλαλούντων την αιτίαν της περιαγωγής και συνιστώντων εις τον λαόν να φοβήται τους νόμους και ν` απέχει αδίκων πράξεων ή να προστατεύει φαύλους, άλλως θα μαστίζεται και θα πομπεύεται ως ο προ των ομμάτων του περιαγόμενος.
Ο υπάλληλος ο διαλαλών το έγκλημα, χαρακτηρίζεται ως κήρυξ ή ραβδούχος, το δημώδες όμως όνομα αυτού ήτο “πλατσάριος”. Και άλλοτε μεν ήτο είς, προηγούμενος του πομπευόμενου, άλλοτε δε δύο, ων ο είς προηγείτο, ο δ` έτερος είπετο. Οι πλατσάριοι για να προκαλέσουν προς θέαν το πλήθος, εχρησιμοποίουν σάλπιγγα, τουθ` όπερ υποδεικνύει και η σημερινή φράσις “γίνηκε βούκινο” ήτοι διεπομπεύθη.
Το κείμενο είναι συρραφή αποσπασμάτων από το έργο του Φαίδωνος Κουκουλέ, “Βυζαντινών βίος και πολιτισμός”, Γ` τόμος, σελ 184- 208. Εκδόσεις Παπαζήση