Δεν είχα προλάβει να χαρώ. Άλμα εις μήκος, τέσσερα μέτρα και κάτι ελάχιστα εκατοστά που δεν θυμάμαι πια πόσα ακριβώς ήταν- έχουν περάσει πολλά χρόνια από την έκτη τάξη του δημοτικού. Μόλις είχα κατέβει από το βάθρο με ένα μετάλλιο κρεμασμένο στο στήθος μου. Στο ένα χέρι κρατούσα το δίπλωμα σε ρολό, δεμένο με μπλε κορδέλα και στο άλλο σφιχτά, το πρώτο μου μετάλλιο σε σχολικούς αγώνες του νομού μας. Η χαρά μου εκείνη την ώρα προσπαθούσε να συναγωνιστεί την πίκρα -μπορώ να το ομολογήσω τώρα πια- που δεν είχα καταφέρει να κατακτήσω το χρυσό αλλά το αργυρό, όταν ο δάσκαλός μας με χτύπησε στην πλάτη και μου είπε: "Γεια σου ρε Bob Beamon!". Ήταν η πρώτη φορά που άκουγα αυτό το όνομα και θες για το εξωπραγματικό άλμα του - διπλάσιο και βάλε από το δικό μου, όπως έμαθα - θες γι αυτή τη γοητευτική παρήχηση του “μπ”, το όνομα του Αμερικάνου μαύρου αθλητή χαράχτηκε οριστικά στην μνήμη μου.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968 στο Μεξικό, στις 3:30 το μεσημέρι της 18ης Οκτωβρίου ο εικοσιδιάχρονος τότε Bob έλαβε θέση. Συγκεντρώθηκε για λίγο, πήρε βαθιά ανάσα και άρχισε να τρέχει. Η επιτάχυνσή του σταδιακά μετέτρεψε το τρέξιμο σε αφηνιασμένο καλπασμό. Ένας καλπασμός που κατέληξε σε ένα δυνατό πάτημα- αρχή της απογείωσης. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε μια απίστευτη πτήση που όταν την δει κανείς σε αργή κίνηση μπορεί να διακρίνει γιατί αυτό το άλμα χαρακτηρίστηκε η πιο ποιητική στιγμή εκείνων των Αγώνων. Το σώμα του ανυψώθηκε τεντωμένο με τα χέρια απλωμένα στον ουρανό, ενώ τα κάτω άκρα του συνέχιζαν τους διασκελισμούς στον αέρα αψηφώντας τη βαρύτητα κι ύστερα καθώς πέρασε από το ψηλότερο σημείο της τροχιάς, τα άκρα του μαζεύτηκαν στον κορμό για να απλώσουν και πάλι αμέσως μετά για την προσγείωση στην άμμο.
Ο Beamon σηκώθηκε με δύο τρεις αναπηδήσεις και απομακρύνθηκε από το σκάμμα χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει την επίδοσή του, αφήνοντας τους έκπληκτους κριτές να καταφεύγουν σε μεταλλική μετροταινία μια που το εύρος του τηλεσκοπικού μετρητή δεν ήταν ικανό να καταγράψει αυτό το άλμα που κατέρριπτε το προηγούμενο παγκόσμιο ρεκόρ κατά 55 εκατοστά! Όταν ανακοινώθηκε ότι ήταν 8,90 μέτρα κι ενώ οι θεατές του σταδίου όρθιοι άφηναν ένα επιφώνημα θαυμασμού που αμέσως κάλυψαν τα χειροκροτήματα, ο Beamon δεν αντέδρασε.
Έπρεπε να τον πλησιάσει ο συναθλητής του - και φαβορί για το χρυσό μετάλλιο μαζί με τον Ρώσο Igor Aramovitsj Ter-Ovanesian που κατείχαν και οι δύο το παγκόσμιο ρεκόρ με 8,35 - επίσης Αμερικανός Ralph Boston για να του μεταφράσει τα μέτρα και τα εκατοστά σε πόδια και ίντσες (29 και 2½) για να καταλάβει το μέγεθος του άθλου του. Τότε ο άνθρωπος που πέτυχε το τέλειο άλμα* κατέρρευσε. Χρειάστηκε αρκετός χρόνος και λίγη βοήθεια από άλλους αθλητές που τον έστησαν ξανά στα πόδια του, για να αρχίσει να πανηγυρίζει την ανέλπιστη επίδοσή του. Εκείνες τις στιγμές κατά πάσα πιθανότητα δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα έπρεπε να περάσουν 23 χρόνια μέχρι να καταρριφθεί το δυσθεώρητο παγκόσμιο ρεκόρ του, τον Αύγουστο του `91 από τον επίσης μαύρο Αμερικανό άλτη Mike Powell. (8,95)
Ο Bob Beamon δεν έπιασε ποτέ ξανά εκείνη την καταπληκτική επίδοση. Ήταν όμως ικανή να τον κατατάξει ανάμεσα στους κορυφαίους αθλητές του 20ου αιώνα και το όνομα του να γίνει η βάση της λέξης Beamonesque, που σημαίνει κάτι εξαιρετικό, ανεπανάληπτο, εντελώς αναπάντεχο, μοναδικό.
* “The Perfect Jump” τίτλος βιβλίου του Dick Schaap που αναφέρεται στο άλμα του Beamon
Η φωτογραφία του Ed Lacey από εδώ.