Πόλεμος
της Τριπολιτσάς και των πέριξ αυτής
χωρίων.
Ο Στρατηγός Μακρυγιάννης αφού έμαθε γράμματα σε ηλικία τριανταδύο χρόνων, άρχισε να γράφει τα Απομνημονεύματά του στο Άργος το Φεβρουάριο του 1829. Εικοσιένα χρόνια αργότερα το χειρόγραφό του ολοκληρωμένο, ήταν στην τυπωμένη του μορφή, περισσότερες από 460 σελίδες μεγάλου σχήματος.
Το 1836 ο Μακρυγιάννης βρέθηκε στη Δυτική Ρούμελη σε στρατιωτική αποστολή. Αντικρίζοντας μετά από χρόνια τον σκηνικό χώρο των μαχών της Επανάστασης σκέφτηκε ότι θα ήταν χρήσιμο, αν όχι απαραίτητο -με δεδομένο ότι η πλειονότητα των Ελλήνων ήταν αναλφάβητοι- το κείμενό του να συνοδεύεται από εικόνες που θα περιέγραφαν με το δικό τους, απλό τρόπο την Ιστορία που εκείνος κατέγραφε. Έτσι, επιστρέφοντας στην Αθήνα, όπως λέει ο ίδιος: «Πῆρα ἕνα ζωγράφο Φράγκο καὶ τὸν εἶχα νὰ μοῦ φκιάσει σὲ εἰκονογραφίες αὐτοὺς τοὺς πολέμους. Δὲ γνώριζα τὴ γλῶσσα του. Ἔφκιασε δυὸ τρεῖς, δὲν ἦταν καλές· τὸν πλέρωσα κι ἔφυγε. “ (1)
Μάχη
της Γραβιάς. Το Χάνι.
“Μέσα στα απλόχωρα τοπία που ξετυλίγονται μπροστά του, ο ζωγράφος όφειλε να εγγράψει τους πολέμους, να κινήσει τα πλήθη, να προσδιορίσει την αριθμητική δύναμη των αντιπάλων, να δείξει την διάταξη των ομάδων, να επισημάνει τους αρχηγούς, ακόμα και να παρεμβάλει ανεκδοτικά επεισόδια. Η χαρτογραφική ερμηνεία του χώρου και οι μικρογραφικές απεικονίσεις των εμψύχων και των αψύχων ήταν κιόλας δοσμένες από την ίδια τη σύλληψη του έργου. Μ` άλλα λόγια ο ζωγράφος έπρεπε να διαθέτει μια ζωγραφική γλώσσα που θα ήταν το ισοδύναμο του αφηγηματικού λόγου του Στρατηγού. Μια γλώσσα λαϊκή, απροσποίητη και δραστική, με σύνταξη απλή, παρατακτική και λαγαρή. Όπως ο Μακρυγιάννης, έτσι κι εκείνος θα ήταν ελεύθερος να μεταπηδά από τη γενική εποπτεία στο ανέκδοτο, να παραβιάζει την ενότητα του τόπου και του χρόνου και να ιεραρχεί τα πράγματα ηθικά και συναισθηματικά, όχι λογικά και φυσιοκρατικά. Να γιατί ο Μακρυγιάννης σχόλασε το Φράγκο ζωγράφο. Δε γνώριζε τη γλώσσα του δηλώνει· και φυσικά κυριολεκτεί. Είναι όμως θεμιτό να ευρύνουμε το νόημα της δήλωσης. Ο Μακρυγιάννης δε γνώριζε ούτε τη γλώσσα ούτε το ζωγραφικό ιδίωμα του Φράγκου.” (2)
Η
μάχη των Μύλων της Ναυπλίας
Κι ο Μακρυγιάννης συνεχίζει: Ἀφοῦ ἔδιωξα αὐτὸν τὸν ζωγράφο, ἔστειλα κι ἔφεραν ἀπὸ τὴ Σπάρτη ἕναν ἀγωνιστή, Παναγιώτη Ζωγράφο τὸν ἔλεγαν [...] ἤφερε καὶ δυό του παιδιά· καὶ τοὺς εἶχα στὸ σπίτι μου ὅταν ἐργάζονταν. Κι αὐτὸ ἄρχισε ἀπὸ τὰ 1836 καὶ τελείωσε τὰ 1839. Ἔπαιρνα τὸ ζωγράφο καὶ βγαίναμε στοὺς λόφους καὶ τὄλεγα: ῾Ἔτσι εἶναι ἐκείνη ἡ θέση, ἔτσι ἐκείνη· αὐτὸς ὁ πόλεμος ἔτσι ἔγινε· ἀρχηγὸς ἦταν τῶν Ἑλλήνων ἐκεῖνος, τῶν Τούρκων ἐκεῖνος...᾿» (1)
Μάχαι
Άργους Αγιονορίου Κορίνθου
« Λαϊκός ζωγράφος, αγιογράφος της μεταβυζαντινής λαϊκής παράδοσης, αγωνιστής και ο ίδιος, ο Παναγιώτης Ζωγράφος ήταν ιδανικά προικισμένος για να αισθητοποιήσει τα οράματα του Στρατηγού. Οι αρχέτυπες εικόνες που είχαν στο πνεύμα τους κατάγονταν απ’ τον ίδιο πολιτισμό˙ έναν πολιτισμό λαϊκό αλλά αυτάρκη, ζωογονημένο από ένα πλούσιο παρελθόν που είχε περάσει μέσα στους φορείς του, όχι σαν ξηρή ιστορική μνήμη, αλλά σαν ύφος ζωής, σαν παραδομένη τεχνική και καλαισθησία»(2)
Α.
Μάχη των Ελλήνων κατά των Τούρκων εις
την γέφυραν της Αλαμάνας.Β.
Εις την Αγίαν Μαρίνα εις Στυλίδα. Γ. Εις
το Πατρακήτσι.
"Οἱ εἰκόνες αὐτές, ποὺ ἔγιναν μὲ τὸ χέρι τοῦ Παναγιώτη Ζωγράφου, καὶ μὲ τὸ «στοχασμὸ» τοῦ Μακρυγιάννη, εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ πολύτιμα κι ἀπὸ τὰ πιὸ ζωντανὰ μνημεῖα ποὺ ἔχομε τῆς λαϊκῆς μας ζωγραφικῆς -θέλω νὰ πῶ ἀπὸ τὰ μνημεῖα ἐκεῖνα ποὺ ξεσκεπάζουν ξαφνικὰ ἐκθαμβωτικὲς περιοχὲς τῆς ψυχῆς τοῦ λαοῦ μας.
Οἱ ζωγραφιὲς αὐτὲς ποὺ παρασταίνουν μ᾿ ἐξαιρετικὴ ἀκρίβεια τὶς μάχες ποὺ θέλουν ν᾿ ἀποδώσουν -πολλὲς φορὲς σὰν ἕνα στρατιωτικὸ ντοκουμέντο- εἶναι συνάμα μία χαρὰ τῶν ματιῶν. Εἶδα ἄνθρωπο νὰ δακρύζει τὴν πρώτη φορὰ ποὺ τὶς ἀντίκρυσε. Κάποτε σοῦ θυμίζουν λαϊκὰ κεντήματα, ὅπως λ.χ. ἡ ἔξοχη πολιορκία τοῦ κάστρου τῆς Ἀθήνας· κάποτε σὲ ξαναφέρνουν σὲ περιβόλια ποὺ ἔμειναν χλωρὰ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ τὰ πρωτοεῖδε ὁ τεχνίτης· κάποτε σὲ κάνουν ν᾿ ἀνασαίνεις τὴν ἀτμόσφαιρα μαγείας καὶ φόβου τοῦ παραμυθιοῦ τῶν παιδικῶν χρόνων· εἶναι μία πρωτάκουστη καὶ συνάμα μία πολὺ παλιὰ ραψῳδία." (3)
Μάχη
της Λαγκάδος Κομπότι και Πέτα.
Ο Παναγιώτης Ζωγράφος “ Χαρτογραφεί ανεπιτήδευτα, χωρίς να προσφέρει μιαν ακόμα προσωπική ανάγνωση, μακριά από το métier μιας ψευδαισθησιακής ζωγραφικής, αλλά με αυτό που προσιδιάζει σε έναν λαϊκό τεχνίτη με συγκεκριμένες προσλαμβάνουσες και φορέα μιας ορισμένης βυζαντινότροπης παράδοσης, η οποία προκρίνει, μεταξύ άλλων, την επιπεδότητα του πίνακα, την «ισότητα» των μορφών ή την απέριττη -ίσως αφελή- και «άδολη» εξιστόρηση. Τούτο το τελευταίο, ήταν μέλημα του Μακρυγιάννη και ο Ζωγράφος ταυτίστηκε μαζί του.” (4)
Μάχη
και πρώτη πολιορκία των Αθηνών
Από τους 24 πρωτότυπους πίνακες, κατασκευάστηκαν 4 πλήρεις σειρές αντιγράφων σε χαρτί στράτζο, διαστάσεων 0,64 x0,50 με την τεχνική της υδατογραφίας.Τους πίνακες αυτούς ο Μακρυγιάννης τους έδειξε για πρώτη φορά σε επίσημο γεύμα στο σπίτι του. Από τις 4 σειρές των αντιγράφων ο Μακρυγιάννης χάρισε τις τρεις στους Πρέσβεις της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας ενώ μία σειρά πρόσφερε στον βασιλιά Όθωνα. Οι καλές κριτικές που δέχτηκε και ο ενθουσιασμός των συναγωνιστών του και των άλλων ομοτράπεζων, ενίσχυσαν την σκέψη του Στρατηγού για την έκδοση ενός λευκώματος προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα της απόκτησής του από πολλούς. (5)
Η
Γέφυρα της Αλαμάνας και ο θάνατος του
Αθανασίου Διάκου
«Μέρος των πολέμων της Ελλάδος, σχεδιασθέντων κατά στοχασμόν, υπαγόρευσιν και δι' ιδίων εξόδων του Συνταγματάρχου Μακρυγιάννη πρός ευχαρίστησιν των Ελλήνων και ευεργετών μας Φιλελλήνων». Με αυτή τη στερεότυπη επιγραφή ο Μακρυγιάννης συνόδευσε τις εικόνες που ο νους του είχε συλλάβει για να ιστορήσει τονΑγώνα.(6)
πηγές:
1.Στρατηγού
Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα
2.Μαρίνα
Λαμπράκη Πλάκα,
“Εικονογραφία
του Αγώνα” από το αφιέρωμα “Ιωάννης
Μακρυγιάννης 200 χρόνια από τη γέννησή
του” που δημοσιεύτηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
της 8ης Ιουνίου του 1997.
3.Γιῶργος Σεφέρης: Ἕνας Ἕλληνας - ὁ Μακρυγιάννης«Δοκιμές», ἔκδ. Ἴκαρος, Ἀθῆναι 1981
4.Κώστα
Χριστόπουλου,
Ο
Μακρυγιάννης, ο Ζωγράφος και η νεοελληνική
τέχνη
5.Μακρυγιάννη Ιωάννη – Ζωγράφου Παναγιώτη (Εικόνες του Αγώνος)
6.Στοχασμός
Μακρυγιάννη. Χειρ Παναγιώτη Ζωγράφου.
Εικονογραφία του Εικοσιένα, Εκδόσεις
της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος
οι
εικόνες από εδώ
8 σχόλια:
... "και δι'ιδίων κόπων ιστολόγου Τσαλαπετεινού", δικαιούσαι να προσθέσεις για τη σημαντική συμβολή σου στην εκλαϊκευση και διάδοση της... επαναστατικής τέχνης.
"Αν είναι νά μείνωμε ΗΜΕΙΣ νηστικοί ,άς πάη στό διάβολο ή ελευθερία .
Εφαγαν αύτοί άς φάμε καί ΕΜΕΙΣ τώρα"
Αύτά είπε ό Στρατηγός στήν πρώτη εθνική συνέλευση 1843-1844.
Αν πατε στήν ψηφιακή βιβλιοθήκη τής βουλής τών ελλήνων καί πατήσετε τό "μετάβαση" στό "ολα τά φύλλα" στήν σελίδα πού θά εμφανιστεί , πάνω δεξιά καί διαλέξτε τή "μετάβαση στή σελίδα 245 " εκεί θά διαβάσετε τί άκριβώς είπε τότε ό φαγανας μακρυγιάννης αλλά καί ό κολητός του ,επίσης αρχιλαμόγιο παλαμήδης.
Πολύ ωραίο αφιέρωμα... τόσο ταιριαστό με τη μέρα...
Yannis Tsal: Αν δικαιούμαι να προσθέσω κάτι είναι: δια την αντιγραφήν και την επικόλλησιν, εμερήμνησε ο ιστολόγος Έποψ ο Αττικός .
Ωραίος ζωγράφος ο Ζωγράφος ε;
santa maura: Στην σελίδα 245 δεν υπάρχει η φράση που αποδίδεται στο Μακρυγιάννη. Και μάλλον δεν υπάρχει σε καμία άλλη σελίδα της Πρώτης Εθνοσυνέλευσης. Μια φράση με κάπως σχετικό περιεχόμενο μπορεί να διαβάσει κανείς στα πρακτικά της Λ συνεδρίασης, της 13-1-1844 και βρίσκεται στη σελίδα 177 πάνω πάνω. «Αφού λοιπόν οι ετερόχθονες περιεθάλφθησαν επί τοσούτον χρόνον, δεν δικαιούνται και οι αυτόχθονες ήδη ν’ απολαύσουν τουλάχιστον ταύτα;». Φράση όμως που δεν ξέρουμε ποιός την είπε.
Η “πηγή” της επίμαχης φράσης που αναφέρετε στο σχόλιό σας, μετά από μια σύντομη έρευνα που έκανα, είναι δύο εφημερίδες της εποχής, Ο φίλος του λαού και η Ελπίς που στα φύλλα τους της 14ης Φεβρουαρίου 1844 και 29ης Ιανουαρίου 1844 παραθέτουν λόγους από την συνεδρίαση της 12ης Ιανουαρίου του ίδιου έτους. Δύο δημοσιογράφοι άκουσαν τη φράση ή ο ένας αντέγραψε από τον άλλον; (με δεδομένο ότι τα δυο δημοσιεύματα έχουν χρονική απόσταση δυο εβδομάδων)
Το περίεργο όμως είναι -αν οι δύο ή ο ένας δημοσιογράφος είχαν δίκαιο- που οι άλλες εφημερίδες της εποχής ο Ανεξάρτητος, Η Ταχύπτερος Φήμη και η Αθηνά, για την ίδια συνεδρίαση δεν αναφέρουν την επίμαχη φράση. Επομένως γιατί να πιστέψουμε την εκδοχή των δυο πρώτων εφημερίδων και όχι των τριών που δεν αναφέρουν τη φράση; Στα πρακτικά εκείνης την ημέρας διαβάζουμε ότι ο Μακρυγιάννης είπε: “...ἡμεῖς οὐδένα ἀπεβάλομεν, οὐδένα διακρίναμεν ἡμῶν αὐτῶν ἐμοιράσαμεν μετὰ τῶν ἄλλων συναδελφῶν τὸν ἄρτον μας ἐν πολέμω πεινῶντες, καὶ γυμνητεύοντες εἴχομεν ἡμεῖς τὰς ἀρχάς, ἐν εἰρήνη τὰς κατέλαβον αὐτοίἤδη δὲ ὅσοι πολυειδῶς ἠγωνίσθησαν τήκονται ὑπὸ τῆς πείνης. Δὲν ἀποβάλλομεν οὐδένα, ὅλοι ἔτωσαν ἴσοι μὲ ἡμᾶς...ἐπειδὴ ἐκεῖνοι ἐπὶ πολυετίαν κατέσχον τὰ πράγματα πρέπει, ἤδη νὰ παραχωρήσωσι καὶ εἰς ἡμᾶς τοῦτο”.
Πιστεύω τελικά ότι πρόκειται είτε για πλάνη είτε για εσκεμμένη διαστρέβλωση. Πιστεύω ακόμα ότι καλό θα ήταν να μην βιαζόμαστε να καταδικάσουμε ένα ιστορικό πρόσωπο -και μάλιστα χωρίς να του αναγνωρίζουμε το ελαφρυντικό του έντιμου πρότερου βίου- βασιζόμενοι σε πηγές που ίσως δεν είναι έγκυρες και ακριβείς. Σε ευχαριστώ γιατί το σχόλιό σου ήταν μια καλή αφορμή να διαβάσω τα σχετικά με το θέμα.
FLORA GIA: Να σαι καλά!
Τα ζωγραφικά οράματα του Μακρυγιάννη και θάματα του Ζωγράφου.
γρηγόρης στ.: Στην υπηρεσία της ιστορικής αφήγησης.
Δημοσίευση σχολίου